Ένα παραμύθι θα σας πω που θα σας αφήσει με το στόμα ανοιχτό!
Ο Αστερίας μας ο μικρός, είδε ένα όνειρο, να γίνει αστέρι του ουρανού. Κατευθείαν, φώναξε τη μαμά του και τον μπαμπά του, την Αστερία και τον Αστερούλη και τους είπε τα πάντα για το όνειρο που είχε δει.
Όπως είναι φυσικό, όλοι ήθελαν να τον βοηθήσουν ώστε το όνειρο του να γίνει πραγματικότητα. Προσπαθούσαν και προσπαθούσαν, να πάνε όλα καλά και να του δώσουν μεγάλη χαρά αλλά ήταν ανώφελο, τίποτα δεν πήγαινε σωστά .
Όμως ο Αστερίας μας δεν το έβαζε κάτω. Προσπαθούσε και προσπαθούσε, ανέβαινε σε ανεμόσκαλες που όμως ήταν κοντές, τρύπωνε σε καλάθια που στριφογύριζαν και μπορούσαν να σε εκτοξεύσουν ψηλά αλλά και πάλι όχι τόσο ψηλά όσο χρειαζόταν, σκαρφάλωνε σε ουρανοξύστες μυτερούς αλλά και πάλι δεν τα κατάφερνε. Καθόταν στο κρεβάτι του και σκεφτόταν.
-Μμμμ! Πως θα είναι άραγε, να είσαι αστέρι του ουρανού;
Όμως ακριβώς το αντίθετο από αυτό που σκεφτόταν ο Αστερούλης, σκέφτονταν τα αστέρια του ουρανού. Ένα από αυτά ήταν κι ο Δημητρούλης, που αναρωτιόταν μέρα νύχτα, πως θα μπορούσε να γίνει αστερίας της θάλασσας.
Στο μεταξύ, η μαμά του Αστερία, η Αστερίνα, που ήθελε πολύ να βοηθήσει το παιδί της να πραγματοποιήσει το όνειρο του, θυμήθηκε ότι υπάρχει μια πύλη στο τέλος της θάλασσας,που μπορεί να τον οδηγήσει εκεί ακριβώς που θέλει. Μόνο που για να πάει κάποιος εκεί, θα έπρεπε πρώτα να περάσει από τον τυφώνα κι έναν τεράστιο καρχαρία που ό,τι βλέπει μπροστά του το τρώει. Η μαμά το είπε στον Αστερία και εκείνος χωρίς να δειλιάσει λεπτό απάντησε με τόλμη:
-Δεν θα το βάλω κάτω μαμά. Θα τα καταφέρω, θα ξεπεράσω όλα τα εμπόδια και θα πάω στον ουρανό, να κάνω παρέα με τα άλλα αστέρια εκεί ψηλά.
Ο Αστερίας, χωρίς να χάσει λεπτό, άρχισε να ετοιμάζεται για το ονειρικό του ταξίδι.
-Φεύγω μανούλα μου, το όνειρο μου με περιμένει.
-Κάνε ότι θες, παιδί μου, αλλά μη μου πεις μετά, πως δεν σε προειδοποίησα για τους κινδύνους. Να προσέχεις πολύ.
-Εντάξει μαμά. Θα προσέχω πολύ.
Και κάπως έτσι, ξεκίνησε επιτέλους, το μακρινό του ταξίδι.
Στην αρχή όλα φαινόταν εύκολα και ήρεμα. Πέρασε από τις γειτονιές των φίλων του κι ο πρώτος που συνάντησε, ήταν ο φίλος του ο Οχτάποδος.
-Καλημέρα Οχτάποδε.
-Καλημέρα και σε σένα Αστερία. Για που το έβαλες;
-Πάω να γίνω αστέρι στον ουρανό.
-Να έρθω κι εγώ μαζί σου;
-Ναι φυσικά φίλε μου.
Οι δυο φίλοι συνέχισαν παρέα το ταξίδι τους. Περπατούσαν και περπατούσαν θαυμάζοντας το βυθό της θάλασσας. Μετά από λίγα λεπτά όμως και εντελώς ξαφνικά και απροειδοποίητα, βρέθηκαν μέσα στη δίνη του φοβερού τυφώνα .
-Ωωωω! Φώναξε ο Οχτάποδος.
-Ααααα! Φώναξε ο Αστερίας.
Τότε ο Οχτάποδος, γαντζώνει τον αστερία με μεγάλη δύναμη μέσα στην αγκαλιά του και παρόλο που ο τυφώνας τους στροβιλίζει δυνατά, αυτοί καταφέρνουν και πετάγονται έξω από αυτόν και σώζονται.
-Ούφ! Τα καταφέραμε. Αναφωνεί ανακουφισμένος ο Αστερίας.
Κάθονται στην άκρη ενός βράχου και πεινασμένοι καθώς είναι, αρχίζουν να τρώνε πλαγκτόν. Τότε εμφανίστηκε μπροστά τους απότομα, ένας πελώριος γιγαντιαίος καρχαρίας, έτοιμος να τους καταβροχθίσει.
Ο Οχτάποδοςόμως, έχει μια πολύ, μια έξυπνη ιδέα. Για να αποσπάσει την προσοχή του καρχαρία, ξεκινάει να κάνει ζογκλερικά νούμερα, κουνώντας τα οκτώ πόδια του, στους ρυθμούς του βυθού, ξεγελώντας μια χαρά, τον καρχαρία.
-Αστερία, φωνάζει στο φίλο του. Συνέχισε μόνος σου το ταξίδι . Εγώ θα μείνω για λίγο ακόμη εδώ να απασχολώ τον καρχαρία και μετά θα επιστρέψω σπίτι. Εσύ πήγαινε να πραγματοποιήσεις το όνειρο σου.
Τότε ο Αστερίας, γλιστράει σιγά σιγά, από τον βράχο και περνάει μπροστά, μόνος του συνεχίζει το ταξίδι του προς τον ουρανό. Του λείπει ο φίλος του αλλά και πάλι είναι χαρούμενος που κάνανε μαζί, έστω κι ένα μέρος της διαδρομής.
Περπατάει πολλές ώρες κι αφού έχει πια βραδιάσει, σκουντουφλάει πάνω σ έναν τοίχο, που δεν είναι τίποτα άλλο από την πύλη που θα κάνει το όνειρο του πραγματικότητα. Έλα όμως που η πύλη δεν ανοίγει με τίποτα!
Ξαφνικά, ανάβει ένα φως τυφλώνοντας τον αστερία και μέσα από την πύλη ακούγεται φασαρία.
-Ποιος είναι εκεί; Φώναξε ο Αστερίας.
-Είμαι ο Ποσειδώνας ο Θεός της θάλασσας. Τι θέλεις Αστερία μου; Τον ρωτάει ο Θεός.
-Θέλω να περάσω την πύλη,για να μπορέσω να γίνω αστέρι στον ουρανό.
-Για να γίνει αυτό Αστερία μου, πρέπει να πεις έναν γλωσσοδέτη.
-Ωραία Ποσειδώνα συμφωνώ. Εγώ θα πω τον γλωσσοδέτη κι εσύ μετά ως αντάλλαγμα θα μου ανοίξεις την πύλη.
-Ξεκίνα λοιπόν Αστερία να λες το «κοράλι , ψιλοκόραλο και ψιλοκοραλάκι».
-Κοράλι, ψιλοκόραλο και ψιλοκοραλάκι. Κοράλι, ψιλοκόραλο και ψιλοκοραλάκι. Ο Αστερίας χωρίς να μπερδευτεί καθόλου, λέει τον γλωσσοδέτη, δυνατά και καθαρά.
-Ωωωω! Μα τα θαλάσσια δελφίνια, τα κατάφερες και το είπες σωστά. Εντυπωσιάζεται ο Ποσειδώνας.
-Μα φυσικά, τι περίμενες!
-Εντάξει λοιπόν φίλε Αστερία, η συμφωνία είναι συμφωνία. Σου ανοίγω την πύλη ευθύς αμέσως.
Τότε η πύλη ανοίγει και ο αστερίας μας βρίσκεται μπροστά σε μια ανεμόσκαλα. Ένα δυνατό φως τον τυφλώνει και για μια στιγμή τα χάνει.
-Τι έγινε; Ποιος είναι εκεί; Ρωτάει γεμάτος αγωνία.
-Εγώ είμαι. Το φωτεινό αστέρι ο Δημητρούλης.
-Ααααεπιτέλους έρχομαιιιι!
Φωνάζει με την πιο δυνατή κι ενθουσιασμένη φωνή του ο Αστερίας και αρχίζει να ανεβαίνει με μεγάλη προσοχή στην ανεμόσκαλα . Φτάνει με μεγάλη ευκολία, στο τελευταίο σκαλί, όπου τον περιμένει ανυπόμονα ο Δημητρούλης.
-Έφτασες επιτέλους; Σε παρακολουθούσα τόσο καιρό και σε περίμενα με τόση χαρά να φτάσεις.
-Μη νομίζεις Δημητρούλη , δεν ήταν εύκολο το ταξίδι μου.
-Έλα Αστερία, θα σε βοηθήσω να κάνεις το όνειρο σου αληθινό, να φωτίσεις, να γίνεις αστεράκι στον ουρανό.
Και με μιας ο Δημητρούλης, του ρίχνει λαμπρόσκονηκαι ο Αστερίας μας φωτίζει τα πάντα γύρω του, σαν λαμπερή πυγολαμπίδα.
Ήταν στα αλήθεια, το πιο φωτεινό αστέρι στον ουρανό! Τόσο πολύ φώτιζε, που η λάμψη του έφτανε μέχρι τον βυθό! Κι έτσι η μαμά Αστερίνα, κατάλαβε ότι το παιδί της, είχε καταφέρει επιτέλους, να πραγματοποιήσει αυτό που είχε ονειρευτεί.
Ξαφνικά, ένας δυνατός άνεμος φύσηξε απότομα, πολύ απότομα και …πέταξε τον Αστερία από τον ουρανό και πάλι πίσω στο βυθό!
Την ίδια στιγμή ακούστηκε μια φωνή μια γλυκιά φωνή…
-Αστερία μου, ξύπνα. Είναι η ώρα για να πας στο σχολείο!
Και τότε ο Αστερίας μας κατάλαβε , πως…απλώς ονειρεύτηκε!
~ΤΕΛΟΣ~