της Ευγενίας Μανωλίδου
Η Ειρεσιώνη, η αρχαία αναφορά στο στολισμένο κλαδί-δέντρο, και οι Αγερμοί, η ρίζα των σημερινών καλάντων, αποτελούν δύο ζωντανά παραδείγματα της διαχρονικής συνέχειας του ελληνικού πολιτισμού. Η μεν ειρεσιώνη συνδέεται με την ευημερία, τη συλλογικότητα και τη σύνδεση με τη φύση, οι δε αγερμοί σχετίζονται με τις τραγουδιστές ευχές που έδιναν τα παιδιά στον νοικοκύρη, ο οποίος άνοιγε την πόρτα για να τους δεχτεί. Παρά τις αλλαγές στη μορφή και το πλαίσιο, και τα δύο έθιμα διατηρούν την ουσία τους, προσαρμοσμένα στις ανάγκες κάθε εποχής, και παραμένουν διαχρονικά σύμβολα της πολιτιστικής μας συνέχειας.
Η ειρεσιώνη ήταν ένα στολισμένο κλαδί ελιάς, διακοσμημένο με καρπούς και μάλλινες κορδέλες από μαλλί προβάτου – «ἔριον» ή «εἶρον» – εξ ου και το όνομά της. Αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος των εορτών των Πυανεψίων, κατά τη διάρκεια των οποίων τα παιδιά περιφέρονταν κρατώντας την Ειρεσιώνη και τραγουδώντας ύμνους για την ευημερία και την αφθονία. Το στολισμένο κλαδί αργότερα τοποθετούνταν στις πόρτες των σπιτιών ως φυλαχτό για καλή τύχη και προστασία.
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η πρώτη Ειρεσιώνη προήλθε από την ικετηρία που προσέφερε ο Θησέας στον Απόλλωνα, ζητώντας τη βοήθειά του για να νικήσει τον Μινώταυρο. Μετά τη νίκη του, ο Θησέας θέσπισε τα Πυανέψια στην Αθήνα με την περιφορά της Ειρεσιώνης να αποτελεί κεντρικό μέρος τους. Η τελετουργική αυτή πράξη ενσάρκωνε την πίστη στη θεϊκή προστασία και τη σύνδεση της κοινότητας με τη φύση και τη σοδειά. Κρατώντας την ειρεσιώνη, «ἀμφιθαλεῖς παῖδες», παιδιά με τους δύο γονείς εν ζωή, περιφέρονταν στους δρόμους, χτυπούσαν τις πόρτες των σπιτιών και τραγουδούσαν ευχές για τον νοικοκύρη και την οικογένειά του. Η χαρακτηριστική φράση «εἰ μέν τι δώσεις, εἰ δὲ μή, οὐχ ἐστήξομεν» (δώσε μας και κάτι αλλιώς δεν θα μείνουμε) που συναντούμε στους αγερμούς του Ομήρου, μας θυμίζει τα παραδοσιακά κάλαντα, αλλά και το ίδιο έθιμο του φιλοδωρήματος του νοικοκύρη στα παιδιά.
Όταν η Ελλάδα κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, οι Αγερμοί ονομάστηκαν καλένδες από το ρήμα «καλέω-ῶ». Με την πάροδο των αιώνων, οι καλένδες μετεξελίχθηκαν στα κάλαντα, τα οποία διατηρούν τη δομή και το πνεύμα των αρχαίων Αγερμών, μεταφέροντας ευχές και χαρά στις οικογένειες κατά τη διάρκεια του Δωδεκαημέρου.
Η Σούρβα, στη Μακεδονία και τη Θράκη, ένα στολισμένο κλαδί, συνήθως από δάφνη ή κρανιά, χρησιμοποιείται για να μεταφέρει ευχές για καλή τύχη και ευημερία, καθώς τα παιδιά περιφέρονται τραγουδώντας ευχές για το νέο έτος και αποτελεί ακόμα μία ευθεία αναφορά στην αρχαία ειρεσιώνη. Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο επίσης θεωρείται από τους λαογράφους ως μετεξέλιξη της Ειρεσιώνης. Ο στολισμός του με μπάλες, κορδέλες και στολίδια παραπέμπει στον στολισμό της αρχαιότητας και διατηρεί το έθιμο ζωντανό στη νέα του μορφή.
Το αρχαίο έθιμο της Ειρεσιώνης και των Αγερμών, προσαρμοσμένο βεβαίως στη σύγχρονη εποχή, τραγούδησαν παραμονή Χριστουγέννων οι μαθητές της «Ελληνικής Αγωγής» στα Υπουργεία Πολιτισμού και Υγείας. Με τους αρχαίους αγερμούς αλλά και τα παραδοσιακά κάλαντα καθώς και αναφορές στη διαχρονική πολιτιστική μας κληρονομιά, οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί αναβίωσαν το αρχαίο αυτό έθιμο. Με τον τρόπο αυτό, ανέδειξαν την αξία της σύνδεσης με τις ρίζες μας, υπογραμμίζοντας τη σημασία της διατήρησης και της συνέχειας των ελληνικών παραδόσεων για τις επόμενες γενιές.
Πηγές
- Ὁμήρου Βίοι: Vita Herodotea. Oxford, Homeri Opera V5.
- Πλούταρχος, Βίοι παράλληλοι, Θησεύς, ἀπόδ. Ἀνδρέα Ι. Πουρνάρα, Ἐκδόσεις Ἐπιστημονικὴ Ἑταιρεία τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων «Πάπυρος», Ἀθήνα 1975.
- Πολίτης, Ν.: Παραδόσεις τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ Α’ & Β’, ἐκδ. Γράμματα, Ἀθήνα 1994.
- Μπαμπινιώτης, Γ. (2002) Λεξικὸ τῆς νέας ἑλληνικῆς γλώσσας (Βʹ ἔκδοση). Ἀθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ ἔκδοση: 1998).