της Ευγενίας Μανωλίδου
Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει ότι «οι ανθρωπιστικές σπουδές δεν έχουν μέλλον»;
Για δεκαετίες, η κοινή γνώμη διαμορφώθηκε μέσα από την υποβάθμιση των κλασικών και φιλολογικών επιστημών, που παρουσιάστηκαν ως «αδιέξοδες», ικανές να οδηγήσουν μόνο σε μία θέση στο σχολείο, σε φροντιστήρια ή σε ακαδημαϊκή καριέρα με ελάχιστες προοπτικές. Όπως δείχνουν όμως οι διεθνείς εξελίξεις, η αυξανόμενη ζήτηση για ειδικούς της γλώσσας στον χώρο της Τεχνητής Νοημοσύνης και η επαναξιολόγηση της σημασίας της φιλοσοφικής σκέψης για τα μεγάλα ερωτήματα της εποχής, αυτή η αντίληψη εκτός από περιοριστική είναι και λανθασμένη.
Δεν είμαι η μόνη που το υποστηρίζει. Πρόσφατο άρθρο στην Καθημερινή (17.9.25) με τον εύγλωττο τίτλο «Είναι περιζήτητοι οι φιλόλογοι στην τεχνητή νοημοσύνη;» αναδεικνύει την ίδια αλήθεια: στον κόσμο των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων, η γλωσσική ευαισθησία, η ακρίβεια στη σύνταξη και η ικανότητα ερμηνείας κειμένων δεν είναι «πολυτέλειες». Είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της ίδιας της τεχνολογίας. Όπως επισημαίνει το άρθρο, η γνώση της γλώσσας σε βάθος είναι αυτό που κάνει τους φιλολόγους πολύτιμους για τη νέα εποχή.
Δεν είναι τυχαίο ότι άνθρωποι που βρίσκονται στην πρωτοπορία της έρευνας για την Τεχνητή Νοημοσύνη αναγνωρίζουν τον καθοριστικό ρόλο των ανθρωπιστικών σπουδών. Ο Demis Hassabis, ιδρυτής της DeepMind, δεν διστάζει να τονίζει ότι χωρίς φιλοσοφικά ερωτήματα για τη συνείδηση, τον νου, την ίδια τη φύση της νοημοσύνης, η έρευνα παραμένει μισή. Παρομοίως, στην Ελλάδα, ο Ειδικός Γραμματέας Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού στην Προεδρία της Κυβέρνησης και ιστορικός Γιάννης Μαστρογεωργίου έχει μιλήσει επανειλημμένα για την ανάγκη διεπιστημονικότητας: η ΤΝ δεν ανήκει μόνο στην Πληροφορική, αλλά χρειάζεται και τις ανθρωπιστικές επιστήμες για να αποκτήσει ηθική, πλαίσιο, νόημα.
Η αλήθεια είναι πως οι σπουδές Φιλοσοφίας, Ιστορίας ή Φιλολογίας δεν είναι προορισμένες να οδηγούν αποκλειστικά σε διδασκαλία ή πανεπιστημιακή έρευνα. Είναι σπουδές που καλλιεργούν κριτική σκέψη, ερμηνευτική ικανότητα, δημιουργικότητα – ακριβώς τις δεξιότητες που η κοινωνία και η τεχνολογία του μέλλοντος έχουν ανάγκη. Και γι’ αυτό, όσο κι αν πολλοί έσπευσαν να τις απαξιώσουν, η διεθνής πραγματικότητα τις ξαναφέρνει στο κέντρο της συζήτησης.
Ίσως, λοιπόν, ήρθε η ώρα να αναθεωρήσουμε τι σημαίνει «χρήσιμες σπουδές». Σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία, εκείνο που θα ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τη μηχανή δεν είναι η ταχύτητα ούτε ο όγκος των δεδομένων. Είναι η φαντασία, η κρίση, η ικανότητα να θέτει τα σωστά ερωτήματα. Κι αυτά ακριβώς είναι τα δώρα των ανθρωπιστικών επιστημών.
Ωστόσο, η πραγματικότητα στην Ελλάδα δείχνει συχνά το αντίθετο. Παιδιά που έχουν έμφυτη κλίση προς τη γλώσσα, τη λογοτεχνία, την ιστορία ή τη φιλοσοφία αποθαρρύνονται να ακολουθήσουν τις κλίσεις τους. Η λανθασμένη εικόνα ότι οι ανθρωπιστικές επιστήμες οδηγούν μόνο σε «περιορισμένες» επαγγελματικές διαδρομές τα απομακρύνει από τα ίδια τους τα ταλέντα. Έτσι, ενώ η κοινωνία μας έχει ανάγκη από ανθρώπους που κατανοούν τη γλώσσα, την κριτική σκέψη και τις αξίες, συχνά τους ωθεί να επιλέξουν άλλους δρόμους.
Κι όμως, η αγάπη για τη γλώσσα και τον πολιτισμό παραμένει βαθιά ριζωμένη στους Έλληνες. Σύμφωνα με την έρευνα της MARC (2021), η πλειοψηφία δηλώνει ότι θα ήθελε να γνωρίζει αρχαία ελληνικά, εάν αυτά διδάσκονταν με διαφορετικό, πιο ζωντανό και κατανοητό τρόπο. Αυτό αποδεικνύει ότι η δίψα για τις ανθρωπιστικές σπουδές δεν έχει χαθεί, απλώς χρειάζεται να καλλιεργηθεί σωστά.
Αντί λοιπόν να αποθαρρύνουμε τα παιδιά, μπορούμε να τα ενισχύσουμε. Να τους δείξουμε ότι η ενασχόληση με τη γλώσσα και τη σκέψη δεν είναι αδιέξοδο, αλλά πύλη σε έναν κόσμο γνώσης και δημιουργίας. Ότι η Φιλοσοφία, η Ιστορία, η Λογοτεχνία δεν είναι παρελθόν, αλλά ζωντανές δυνάμεις για το παρόν και το μέλλον. Έτσι, θα τους ανοίξουμε τον δρόμο προς τη γνώση και τη σοφία, τον δρόμο που θα τα συνοδεύει σε όλη τους τη ζωή.
Κι εδώ βρίσκεται η μεγάλη πρόκληση αλλά και η μεγάλη ευκαιρία της εποχής μας: στην πραγματικότητα, με το να καλλιεργούμε στα παιδιά την αγάπη για τις ανθρωπιστικές επιστήμες, δεν τα προετοιμάζουμε για ένα ξεπερασμένο παρελθόν.
Τα εξοπλίζουμε για το μέλλον. Γιατί η νέα εποχή, η εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης, θα χρειαστεί όσο ποτέ άλλοτε ανθρώπους που ξέρουν να θέτουν τα σωστά ερωτήματα, να ερμηνεύουν τα δεδομένα, να δίνουν νόημα και κατεύθυνση στην τεχνολογία. Κι αυτός είναι ο δρόμος που οφείλουμε να τους ανοίξουμε.
Δεν είμαι η μόνη που το υποστηρίζει. Πρόσφατο άρθρο στην Καθημερινή (17.9.25) με τον εύγλωττο τίτλο «Είναι περιζήτητοι οι φιλόλογοι στην τεχνητή νοημοσύνη;» αναδεικνύει την ίδια αλήθεια: στον κόσμο των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων, η γλωσσική ευαισθησία, η ακρίβεια στη σύνταξη και η ικανότητα ερμηνείας κειμένων δεν είναι «πολυτέλειες». Είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της ίδιας της τεχνολογίας. Όπως επισημαίνει το άρθρο, η γνώση της γλώσσας σε βάθος είναι αυτό που κάνει τους φιλολόγους πολύτιμους για τη νέα εποχή.
Η αλήθεια είναι πως οι σπουδές Φιλοσοφίας, Ιστορίας ή Φιλολογίας δεν είναι προορισμένες να οδηγούν αποκλειστικά σε διδασκαλία ή πανεπιστημιακή έρευνα. Είναι σπουδές που καλλιεργούν κριτική σκέψη, ερμηνευτική ικανότητα, δημιουργικότητα – ακριβώς τις δεξιότητες που η κοινωνία και η τεχνολογία του μέλλοντος έχουν ανάγκη. Και γι’ αυτό, όσο κι αν πολλοί έσπευσαν να τις απαξιώσουν, η διεθνής πραγματικότητα τις ξαναφέρνει στο κέντρο της συζήτησης.
Ίσως, λοιπόν, ήρθε η ώρα να αναθεωρήσουμε τι σημαίνει «χρήσιμες σπουδές». Σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία, εκείνο που θα ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τη μηχανή δεν είναι η ταχύτητα ούτε ο όγκος των δεδομένων. Είναι η φαντασία, η κρίση, η ικανότητα να θέτει τα σωστά ερωτήματα. Κι αυτά ακριβώς είναι τα δώρα των ανθρωπιστικών επιστημών.
Κι όμως, η αγάπη για τη γλώσσα και τον πολιτισμό παραμένει βαθιά ριζωμένη στους Έλληνες. Σύμφωνα με την έρευνα της MARC (2021), η πλειοψηφία δηλώνει ότι θα ήθελε να γνωρίζει αρχαία ελληνικά, εάν αυτά διδάσκονταν με διαφορετικό, πιο ζωντανό και κατανοητό τρόπο. Αυτό αποδεικνύει ότι η δίψα για τις ανθρωπιστικές σπουδές δεν έχει χαθεί, απλώς χρειάζεται να καλλιεργηθεί σωστά.
Αντί λοιπόν να αποθαρρύνουμε τα παιδιά, μπορούμε να τα ενισχύσουμε. Να τους δείξουμε ότι η ενασχόληση με τη γλώσσα και τη σκέψη δεν είναι αδιέξοδο, αλλά πύλη σε έναν κόσμο γνώσης και δημιουργίας. Ότι η Φιλοσοφία, η Ιστορία, η Λογοτεχνία δεν είναι παρελθόν, αλλά ζωντανές δυνάμεις για το παρόν και το μέλλον. Έτσι, θα τους ανοίξουμε τον δρόμο προς τη γνώση και τη σοφία, τον δρόμο που θα τα συνοδεύει σε όλη τους τη ζωή.
Τα εξοπλίζουμε για το μέλλον. Γιατί η νέα εποχή, η εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης, θα χρειαστεί όσο ποτέ άλλοτε ανθρώπους που ξέρουν να θέτουν τα σωστά ερωτήματα, να ερμηνεύουν τα δεδομένα, να δίνουν νόημα και κατεύθυνση στην τεχνολογία. Κι αυτός είναι ο δρόμος που οφείλουμε να τους ανοίξουμε.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Πρώτο Θέμα στις 21/09/2025.