της Ευγενίας Μανωλίδου
Μήπως ήρθε η στιγμή να τεθεί η επανίδρυση των Κλασικών Λυκείων στον δημόσιο διάλογο ως πρόταση ουσίας, ανανέωσης και πρωτοπορίας;
Η πρόσφατη ανακοίνωση του Ιδρύματος Ωνάση για τη δημιουργία των πρώτων προτύπων Ωνασείων Σχολείων, σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας, επιβεβαιώνει τη στροφή της χώρας προς εξειδικευμένα και υψηλών προδιαγραφών σχολεία. Λειτουργούν ήδη με επιτυχία πρότυπα, μουσικά, καλλιτεχνικά, και πειραματικά σχολεία με καινοτόμες μεθόδους διδασκαλίας (π.χ. STEM και ρομποτική). Γιατί όχι και ένα σχολείο με κλασικό χαρακτήρα; Γιατί όχι η επαναφορά του Κλασικού Λυκείου ως θεσμικής απάντησης στην ανάγκη καλλιέργειας των ανθρωπιστικών επιστημών;
Η Ελλάδα του λόγου, της ρητορικής και της φιλοσοφίας, αντί να κεφαλαιοποιήσει το συγκριτικό της πλεονέκτημα μοιάζει να το εγκαταλείπει. Η κατάργηση των Κλασικών Λυκείων στέρησε από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση τη δυνατότητα συστηματικής καλλιέργειας της κριτικής σκέψης και της γλωσσικής ακρίβειας. Την ίδια στιγμή, η Ιταλία διατηρεί ενεργό δίκτυο 800 κλασικών λυκείων, τα οποία παράγουν αποφοίτους με ισχυρή παιδεία και πολιτισμική συγκρότηση. Η Κίνα ιδρύει Ακαδημία Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα και φιλοξενεί το Παγκόσμιο Συνέδριο Κλασικών Σπουδών στο Πεκίνο (Νοέμβριος 2024), επιβεβαιώνοντας τη στρατηγική της επένδυση στην ισορροπία μεταξύ τεχνολογίας και ανθρωπιστικής παιδείας. Η διεθνής τάση είναι σαφής: η κλασική παιδεία αποτελεί εργαλείο ανάπτυξης. Ταξιδεύοντας τα τελευταία χρόνια σε Ευρώπη, Αμερική και Ασία, διαπιστώνω συχνά τον θαυμασμό για τον ελληνικό πολιτισμό να συνοδεύεται από την απορία: γιατί η Ελλάδα δεν επενδύει στην ίδια της την κληρονομιά;
Η πρόταση για την επανίδρυση των Κλασικών Λυκείων υποστηρίζεται ήδη από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Σε πρόσφατη εκδήλωση της Ακαδημίας Αθηνών, οι καθηγητές Μιχάλης Τιβέριος, Αντώνης Ρεγκάκος, Γεωργία Ξανθάκη, Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, Ευάγγελος Αλεξίου, καθώς και ξένοι πανεπιστημιακοί όπως οι Stephen Hunt, Mauro Agosto και Joseph Conlon, τόνισαν τη σημασία ίδρυσης «κλασικών τμημάτων» εντός των υφισταμένων λυκείων, χωρίς επιπλέον κόστος, με ενισχυμένη διδασκαλία Αρχαίων, Λατινικών και φιλοσοφίας.
Η Ελλάδα, κοιτίδα του κλασικού πολιτισμού, δεν έχει την πολυτέλεια να μείνει ουραγός σε αυτή τη διεθνή προσπάθεια. Οφείλει να ηγηθεί. Να ξαναδώσει στην κλασική παιδεία τη θέση που της αρμόζει. Οι ανθρωπιστικές σπουδές προσφέρουν δεξιότητες που καμία τεχνολογική κατάρτιση δεν μπορεί να υποκαταστήσει: την ικανότητα ερμηνείας, την ενσυναίσθηση, την αυτογνωσία, την κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης. Όλος ο κόσμος σέβεται, θαυμάζει και συνεχίζει να αναγνωρίζει την Ελλάδα ως γενέτειρα του δυτικού πολιτισμού. Ας μην μείνει αυτή η αναγνώριση χωρίς αντίκρισμα στην ίδια την ελληνική παιδεία και ας αντιληφθούμε ότι η κλασική κληρονομιά δεν είναι μόνο θέμα μουσείων, αλλά κυρίως, θέμα σχολείων.
(«Η Κλασική Παιδεία στην Ελληνική Εκπαίδευση», 7 Φεβρουαρίου 2025, Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας)