της Ευγενίας Μανωλίδου
Πρόσφατα διάβασα ένα άρθρο για την απόφαση του Πανεπιστημίου του Exeter να περιλάβει «προειδοποιήσεις περιεχομένου» για τους φοιτητές που μελετούν την Ιλιάδα και την Οδύσσεια του Ομήρου. Αυτές οι προειδοποιήσεις ενημερώνουν τους φοιτητές για πιθανά «δυσάρεστα» θέματα, όπως η βρεφική θνησιμότητα, η σεξουαλική βία και ο πόλεμος. Παρόλο που η πρόθεση της ανακοίνωσης αυτής φαίνεται να είναι η προστασία των φοιτητών από την όποια ενόχληση, με έκανε να αναρωτηθώ μήπως, άθελά μας, τους στερούμε ένα θεμελιώδες μέρος της εκπαίδευσής τους· και, κατ’ επέκταση, την ίδια τους την ανθρώπινη υπόσταση.
Αυτή όμως η απόφαση δεν είναι καινούργια, αλλά εντάσσεται σε ένα ευρύτερο κύμα συζητήσεων για τα κλασικά κείμενα. Από την αφαίρεση της Οδύσσειας από τα σχολεία της Μασαχουσέτης, μέχρι τις προειδοποιήσεις για τις Ιστορίες του Καντέρμπουρι του Chaucer λόγω θρησκευτικού περιεχομένου, η ιδέα της λογοκρισίας ή εξυγίανσης της λογοτεχνίας ώστε να συνάδει με τις σύγχρονες ευαισθησίες φαίνεται να κερδίζει έδαφος. Κριτικοί, όπως ο ίδιος ο πρώην Πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας Boris Johnson, απόφοιτος Κλασικής Φιλολογίας της Οξφόρδης, έχουν χαρακτηρίσει αυτή την τάση ως «παράλογη», υποστηρίζοντας ότι αυτά τα κείμενα αποτελούν τα θεμέλια του δυτικού πολιτισμού, καθώς προκαλούν τους αναγνώστες να αντιμετωπίσουν διαχρονικά ερωτήματα όπως: Τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος; Τι είναι δικαιοσύνη; Πώς πρέπει να ζούμε;
Η ειρωνεία είναι καταφανής. Αυτά τα έργα, που έχουν επιβιώσει χιλιάδες χρόνια ακριβώς λόγω της παγκόσμιας σημασίας τους, τώρα παραγκωνίζονται στο όνομα της συμπερίληψης και του μοντερνισμού. Ωστόσο, μέσα από την αντιμετώπιση δύσκολων και συχνά δυσάρεστων ιδεών, οι φοιτητές αναπτύσσουν τις δεξιότητες κριτικής σκέψης που είναι απαραίτητες για την κατανόηση και τη βελτίωση του κόσμου.
Σήμερα, καθώς βρισκόμαστε στο κατώφλι τεχνολογικών εξελίξεων άνευ προηγουμένου, ιδιαιτέρως στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, αυτές οι δεξιότητες είναι πιο σημαντικές από ποτέ. Πώς μπορούμε να περιμένουμε από τις μελλοντικές γενιές να αξιολογήσουν τις ηθικές συνέπειες της τεχνητής νοημοσύνης ή να ασκήσουν κριτική στις προκαταλήψεις της, αν δεν έχουν εκτεθεί στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης σκέψης και εμπειρίας;
Η κλασική λογοτεχνία παρέχει το πλαίσιο για την πλοήγηση στα ηθικά και δεοντολογικά διλήμματα του παρόντος και του μέλλοντος. Τα ομηρικά έπη, για παράδειγμα, δεν αφηγούνται μόνο ιστορίες ηρωισμού και περιπέτειας αλλά θίγουν θέματα αντοχής, ηθικής και της ανθρώπινης φύσης. Η απαγόρευση ή ο χαρακτηρισμός αυτών των έργων ως «επιβλαβών» μειώνει την αξία τους, υποβαθμίζει τον πλούτο τους και στερεί από τους φοιτητές την ευκαιρία να τα μελετήσουν εις βάθος και να προβληματιστούν ουσιαστικά πάνω σε αυτά. Το ίδιο ισχύει για αμέτρητα άλλα κλασικά έργα, τα οποία μας δίνουν τη δυνατότητα να κατανοήσουμε καλύτερα τόσο τα επιτεύγματα όσο και τις αποτυχίες της ανθρωπότητας. Είμαστε πράγματι τόσο εύθραυστοι ως κοινωνία που δεν μπορούμε να αντέξουμε να αναμετρηθούμε με αυτές τις αλήθειες;
Η τάση να καταστέλλονται τα κλασικά κείμενα στο όνομα της πολιτικής ορθότητας προκαλεί ανησυχία, αφού αντί να προστατεύουμε τους αναγνώστες τους, διακινδυνεύουμε να δημιουργήσουμε μια γενιά αποκομμένη από τις πολιτιστικές και πνευματικές παραδόσεις που έχουν διαμορφώσει τον κόσμο μας. Χωρίς τις θεμελιώδεις αρχές της δημοκρατίας, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, έννοιες που γεννήθηκαν και αναπτύχθηκαν στην Ελλάδα, προς ποια κατεύθυνση θα οδηγηθεί άραγε οι κοινωνία; Η Ελλάδα οφείλει να δώσει το παράδειγμα, ενισχύοντας την κλασική εκπαίδευση στα σχολεία και διασφαλίζοντας ότι η κληρονομιά αυτή θα περάσει και στις επόμενες γενιές.
Γιατί η ευθύνη για τη διατήρηση της κλασικής παιδείας δεν βαραίνει μόνο διεθνείς οργανισμούς και πανεπιστήμια, αλλά πρωτίστως το Ελληνικό Κράτος και το εκπαιδευτικό του σύστημα. Η Ελλάδα, ως η κοιτίδα του κλασικού πολιτισμού, οφείλει να διασφαλίσει ότι τα σχολεία της προωθούν τη βαθιά κατανόηση και εκτίμηση των κλασικών κειμένων ως θεμέλια της πολιτιστικής μας ταυτότητας. Η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας θα πρέπει να προσαρμοστεί στις σύγχρονες ανάγκες, να προκαλέσει το ενδιαφέρον των μαθητών ώστε οι νέες γενιές να κατανοήσουν εγκαίρως το ρόλο που έπαιξε η Ελλάδα στη διαμόρφωση της παγκόσμιας σκέψης και πολιτισμού. Εάν η ίδια η Ελλάδα αδιαφορήσει για αυτή την κληρονομιά, πώς μπορούμε να περιμένουμε από τον υπόλοιπο κόσμο να την σεβαστεί και να την προστατεύσει;
Πολλά εκπαιδευτικά ιδρύματα στην Ευρώπη και τις Η.Π.Α. εργάζονται άοκνα για να διασφαλίσουν ότι αυτά τα κείμενα θα παραμένουν ζωντανά και προσβάσιμα. Στην «Ελληνική Αγωγή» βλέπουμε καθημερινά πώς η επαφή των παιδιών με την αρχαία ελληνική γλώσσα και λογοτεχνία τα παρακινεί να αναπτύσσουν κριτική σκέψη, να διατυπώνουν ερωτήματα και να συνδέονται με τις αξίες που έχουν διατηρήσει ζωντανό τον δυτικό πολιτισμό για αιώνες.
Τα κλασικά κείμενα παραμένουν ζωντανοί διάλογοι που μας προκαλούν να αντιμετωπίσουμε τα βαθύτερα ερωτήματα της ζωής. Αν επιτρέψουμε να απορριφθούν ή να ξεχαστούν, κινδυνεύουμε να χάσουμε την πνευματική μας κληρονομιά αλλά, πάνω απ’ όλα, την ικανότητά μας να κατανοήσουμε τον εαυτό μας και τη θέση μας στον κόσμο.
Πηγές