Της Ευγενίας Μανωλίδου
Ο Θάνος Βερέμης, στο άρθρο του της 7ης Σεπτεμβρίου 2024 στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ με τίτλο “Να διδάσκονται τα αρχαία ελληνικά από το Γυμνάσιο;”, θέτει ένα κρίσιμο ερώτημα: Πώς μπορούμε να ενισχύσουμε τους δεσμούς της ελληνικής γλώσσας με τις αρχαίες πηγές της; Ο καθηγητής υπογραμμίζει ότι η ελληνική γλώσσα είναι το ζωντανό νήμα που μας συνδέει με το παρελθόν μας και, κατά συνέπεια, η διδασκαλία της δεν αποτελεί απλά μία υποχρέωση, αλλά θεμελιώδη απαίτηση για τη διατήρηση της εθνικής μας ταυτότητας.
Η πρόταση του κ. Βερέμη, να ξεκινά η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών με τη γλωσσική προσέγγιση της αλεξανδρινής κοινής, αποτελεί μία σημαντική σκέψη που αξίζει να προχωρήσει ακόμη πιο πέρα. Πράγματι, η μέθοδος αυτή έχει αποδειχθεί ιδιαιτέρως επιτυχημένη για πολλούς λόγιους και φιλέλληνες, που μαθαίνουν αρχαία ελληνικά εδώ και αιώνες σε διεθνές επίπεδο, μέσα από εγχειρίδια όπως το A Greek Boy at Home του W.H.D. Rouse, το Athenaze εκδ. Oxford University Press και άλλα.
Τα παραπάνω εγχειρίδια, όπως και άλλα παρόμοια εκπαιδευτικά εργαλεία που κυκλοφορούν ανανεωμένα σε όλη την Ευρώπη, βασίζονται στη χρήση της ελληνιστικής κοινής ως γλωσσικής βάσης για την εισαγωγή στα αρχαία ελληνικά. Σημαντικό είναι να αναφέρουμε ότι αυτά τα εκπαιδευτικά εγχειρίδια δεν επικεντρώνονται αποκλειστικά στα κλασικά ελληνικά κείμενα, αλλά προσφέρουν μία ολιστική προσέγγιση της γλώσσας, συνδυάζοντας τη μελέτη των κειμένων της Καινής Διαθήκης με τα κλασικά έργα. Έτσι, η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών δεν περιορίζεται απλώς σε μια γραμματική και συντακτική μελέτη, αλλά ανοίγει τον δρόμο για την κατανόηση θεολογικών, φιλοσοφικών και λογοτεχνικών κειμένων σε ένα ενιαίο πλαίσιο.
Αυτό που κάνει αυτά τα εγχειρίδια τόσο δημοφιλή και αποτελεσματικά είναι η διδακτική προσέγγιση που χρησιμοποιούν. Εφαρμόζονται και οι τέσσερις γλωσσικές δεξιότητες (ανάγνωση, γραφή, ακρόαση και ομιλία) σε ένα πρόγραμμα διδασκαλίας που καθοδηγεί τους μαθητές να μαθαίνουν την αρχαία ελληνική ενεργά, με την ίδια προσέγγιση που διδάσκονται και οι σύγχρονες γλώσσες. Οι καθηγητές, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα των κειμένων, ενθαρρύνουν τους μαθητές να μιλούν στα αρχαία ελληνικά, επιτυγχάνοντας την ουσιαστική κατανόηση της γλώσσας μέσα από τη ζωντανή χρήση της.
Γιατί να Μιλήσουμε στα Αρχαία Ελληνικά;
Το ερώτημα που φυσιολογικά προκύπτει είναι το εξής: Γιατί να διδάξουμε τους μαθητές να μιλούν στα αρχαία ελληνικά, μία γλώσσα που δεν χρησιμοποιείται πλέον για επικοινωνία; Η απάντηση είναι απλή: Ο μοναδικός τρόπος να μάθει κανείς μία γλώσσα σε βάθος είναι να τη χρησιμοποιεί ενεργά. Η προφορική χρήση των αρχαίων ελληνικών επιτρέπει την καλύτερη κατανόηση των κειμένων και ενισχύει την ικανότητα του μαθητή να εμβαθύνει στην ερμηνεία των γραπτών έργων. Ακόμη και αν τα αρχαία ελληνικά δεν είναι πλέον γλώσσα της καθημερινής ζωής, η προφορική εξάσκηση παρέχει έναν δυναμικό τρόπο να διατηρηθεί η επαφή με την πλούσια παράδοση και να επιτευχθεί η βαθύτερη κατανόηση των αρχαίων κειμένων.
Μια προοδευτική μέθοδος, που ξεκινά από τα πιο κατανοητά κείμενα της αλεξανδρινής κοινής και προχωρά στα πιο απαιτητικά κλασικά έργα, όπως προτείνει ο Μιλτιάδης Χατζόπουλος και υιοθετεί ο κ. Βερέμης, όντως μπορεί να αποτελέσει τη βάση για τη σύγχρονη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών. Ξεκινώντας με τα Ευαγγέλια ή ακόμη και με κείμενα πιο προσιτά, όπως οι μύθοι του Αισώπου (μεταγραμμένοι στην ελληνιστική κοινή), ή του Απολλοδώρου και του Λουκιανού (ελαφρώς απλοποιημένοι), οι μαθητές θα μπορέσουν να εξοικειωθούν με την αρχαία μορφή της γλώσσας μας και να προχωρήσουν σταδιακά σε πιο σύνθετα κείμενα, όπως αυτά του Πλάτωνα ή του Ομήρου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ήδη υπάρχουν σημαντικά κείμενα μεταγραμμένα στην ελληνιστική κοινή, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Επιπλέον, νέες μεταγραφές κλασικών έργων, σε συνδυασμό με πρωτότυπα παιδαγωγικά εγχειρίδια, μπορούν να συμβάλουν στην επιμόρφωση της νέας γενιάς, προσφέροντάς τους τα εργαλεία να διαβάσουν και να κατανοήσουν τα αρχαία κείμενα από το πρωτότυπο.
Η Αναγκαιότητα της Θέλησης και της Επιμόρφωσης
Η επιτυχία αυτής της μεθόδου, βέβαια, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη θέληση και την αφοσίωση που θα επιδείξουν τόσο οι διδάσκοντες όσο και οι ιθύνοντες. Όπως έχει αποδείξει η προσωπική μου εμπειρία, η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών δεν είναι κάτι ανέφικτο ή δυσνόητο. Αντίθετα, μπορεί να γίνει μία ζωντανή και απολαυστική διαδικασία, που θα εμπλουτίσει την κατανόηση της ελληνικής γλώσσας και του πολιτισμού από το σύνολο των μαθητών.
Η σύγχρονη μέθοδος διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών, η οποία ενσωματώνει τη χρήση της ελληνιστικής κοινής και την προφορική εξάσκηση, αποτελεί μια αποτελεσματική και εφικτή λύση. Με τη σωστή επιμόρφωση και τον σεβασμό προς την γλώσσα και τον πολιτισμό μας, έχουμε την ευκαιρία να μοιραστούμε τη σοφία των προγόνων μας και να τη διατηρήσουμε ζωντανή για τις επόμενες γενιές.
Η επιτακτική ανάγκη για αλλαγή στη μεθοδολογία της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών είναι πιο εμφανής από ποτέ. Η χρήση σύγχρονων, διαδραστικών μεθόδων, που θα ενθαρρύνουν τους μαθητές να κατανοήσουν και να αγαπήσουν τη γλώσσα, είναι το κλειδί για την αναγέννηση του ενδιαφέροντος. Είναι η δική μας ευθύνη να διασφαλίσουμε ότι η γλώσσα μας θα παραμείνει ζωντανή και ισχυρή, και να δώσουμε στους μαθητές τα εργαλεία να προσεγγίσουν το παρελθόν μας με τρόπο ζωντανό και διαδραστικό, οδηγώντας τους στην ανακάλυψη της σοφίας των προγόνων μας και προσφέροντάς τους ένα πολύ πιο φωτεινό και αισιόδοξο μέλλον.